βιβλιολάτρης

βιβλιολάτρης
ο , βιβλιολάτρισσα [-ις (-ιδος)] η книголюб, библиофил

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "βιβλιολάτρης" в других словарях:

  • βιβλιολάτρης — ο θηλ. βιβλιολάτρισσα ο βιβλιόφιλος, αυτός που τρέφει ιδιαίτερη αγάπη για τα βιβλία: Είναι μεγάλος βιβλιολάτρης κι έτσι τον συναντά κανείς συχνά στα βιβλιοπωλεία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • βιβλιολάτρης — ο (θηλ. λάτρισσα, η) αυτός που υπεραγαπά τα βιβλία …   Dictionary of Greek

  • βιβλίο — Σύνολο φύλλων χαρτιού, περγαμηνής ή άλλου υλικού, τυπωμένων ή χειρόγραφων, δεμένων μαζί ώστε να αποτελούν έναν τόμο, προορισμένο για κυκλοφορία. Η ιστορία του β. καλύπτει μια περίοδο πάνω από 5.000 ετών και είναι κατά μεγάλο μέρος ιστορία του… …   Dictionary of Greek

  • βιβλιολατρ(ε)ία — η 1. η υπερβολική αγάπη για τα βιβλία 2. η λατρεία ιερών βιβλίων σε ορισμένες θρησκείες. [ΕΤΥΜΟΛ. βιβλιολατρεία < βιβλίο + λατρεία βιβλιολατρία < βιβλιολάτρης (πρβλ. και λ. βιβλιοκαπηλ(ε)ία)] …   Dictionary of Greek

  • βιβλιόφιλος — ο θηλ. βιβλιόφιλη αυτός που είναι φίλος των βιβλίων, ο βιβλιολάτρης: Γράφτηκε στο σύλλογο βιβλιοφίλων εξαιτίας της μεγάλης αγάπης του για τα βιβλία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»